Βασικές αρχές και χαρακτηριστικά εκπαιδευτικού πλαισίου για μαθητές στο φάσμα του αυτισμού
Οι μαθητές στο φάσμα του αυτισμού έχουν έναν ιδιαίτερο τρόπο αντίληψης και κατανόησης των ανθρώπων και του περιβάλλοντος, λόγω των παρατηρούμενων εκπτώσεων στην αμοιβαία κοινωνική συναλλαγή, την επικοινωνία, τα ενδιαφέροντα, τις δραστηριότητες και στη γενικότερη συμπεριφορά. Ο ρόλος του εκπαιδευτικού δεν είναι να αλλάξει το ίδιο το άτομο και τον τρόπο σκέψης του αλλά να το βοηθήσει να αντιμετωπίζει, όσο το δυνατό πιο αποτελεσματικά, τις απαιτήσεις του περιβάλλοντος σε σχέση με τις προσωπικές του ανάγκες και τις υπάρχουσες δεξιότητες.
Η πολυπλοκότητα των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών δημιουργεί επιτακτική την ανάγκη για τη διεπιστημονική, πολύπλευρη στήριξη και την εξατομικευμένη προσέγγιση των μαθητών από εκπαιδευτικούς ειδικής αγωγής και εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό προσωπικό. Οι σύγχρονες εκπαιδευτικές προσεγγίσεις στηρίζονται στις θεωρίες της αναπτυξιακής ψυχολογίας με έμφαση στην κοινωνική κατανόηση, στην αυτογνωσία, στην εκμάθηση της επικοινωνίας και των κοινωνικών δεξιοτήτων, στην ενίσχυση του κινήτρου και στον έλεγχο των δυσλειτουργικών συμπεριφορών. Η εκπαίδευση των μαθητών με αυτισμό είναι περισσότερο αποτελεσματική όταν είναι εξατομικευμένη, εστιάζεται στο σύνολο των δυσκολιών, στην αλληλεπίδραση μεταξύ αυτών και στην προώθηση της ανάπτυξης και της προσαρμογής μέσω της γενίκευσης και της συντήρησης δεξιοτήτων. Η επάρκεια και η κατάλληλη δόμηση των χώρων διδασκαλίας και αυτοεξυπηρέτησης καθώς και του περιβάλλοντος φυσικού χώρου συμβάλλουν σημαντικά στην αποτελεσματικότητα των παρεχόμενων προγραμμάτων εκπαίδευσης ως προς τη χρήση του εξατομικευμένου ημερήσιου προγράμματος και του συστήματος εργασίας τους. Ένα βασικό χαρακτηριστικό των παιδιών με αυτισμό είναι η μεγάλη ανομοιογένεια στα επίπεδα των ικανοτήτων σε διαφορετικές περιοχές της ανάπτυξης (Rutter, 1998· Wing, 1996), γνωστές ως νησίδες δεξιοτήτων. Μπορεί να έχουν ιδιαίτερα ανεπτυγμένες ικανότητες σε κάποιους τομείς (όπως μαθηματικά, ανάγνωση, απομνημόνευση πληροφοριών, συναρμολόγηση κατασκευών, χρήση υπολογιστών), οι οποίες εδραιώνονται ως αγαπημένες ρουτίνες της καθημερινής τους ζωής (Hermelin & O’Connor, 1991). Όλοι οι μαθητές με αυτισμό, ανεξάρτητα από τις γενικές τους ικανότητες παρουσιάζουν ένα ανομοιογενές προφίλ δεξιοτήτων. Ωστόσο, η ύπαρξη υψηλών δεξιοτήτων σε ένα τομέα, δεν σημαίνει ότι έχουν κατακτηθεί άλλες πλέον στοιχειώδεις. Πρακτικά αυτό σημαίνει, ότι πρέπει πριν διδάξουμε σε παιδιά με αυτισμό, να κατανοήσουμε τον τρόπο που μαθαίνουν (Powell & Jordan, 2001). Διαδικασία εκπαιδευτικής αξιολόγησης Η εκπαιδευτική αξιολόγηση των ιδιαίτερων αναγκών των μαθητών που ανήκουν στο φάσμα του αυτισμού είναι ένας από τους κυριότερους παράγοντες που καθορίζουν την αποτελεσματική διδασκαλία και τη διαμόρφωση επιτυχημένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων (Rutter,1990). Η επίδραση του αυτισμού είναι καθοριστική σε ότι αφορά τον τρόπο με τον οποίον τα άτομα επικοινωνούν και σχετίζονται με το περιβάλλον τους. Η βελτίωση του ατόμου με αυτισμό εξαρτάται αποκλειστικά από την σωστή και όσο γίνεται πιο έγκαιρη διάγνωση, από την κατάλληλη και εξατομικευμένη εκπαίδευση που ενισχύει την ανάπτυξη των δυνατοτήτων του, και από τον βαθμό κατανόησης και αποδοχής του από το οικογενειακό και κοινωνικό του περιβάλλον (Frith, 1994). Ο σχεδιασμός της εκπαιδευτικής και διεπιστημονικής παρέμβασης στο εκπαιδευτικό πλαίσιο περιλαμβάνει μια λεπτομερή αξιολόγηση του επιπέδου λειτουργικότητας του ατόμου, κατανόηση των δυνατοτήτων και των δυσκολιών του καθώς και των αναδυόμενων δεξιοτήτων του και είναι καθοριστικής σημασίας στον προσδιορισμό του εκπαιδευτικού προγράμματος (Γενά, 2002 ). Η εκπαιδευτική προσέγγιση υιοθετεί το μοντέλο της εξατομικευμένης παρέμβασης, ανάλογης της χρονολογικής ηλικίας του αναπτυξιακού και λειτουργικού επιπέδου του μαθητή (Rutter, 1990· Grandin & Scariano, 1995). Το Εξατομικευμένο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα (Individualized Educational Program) περιλαμβάνει το πρόγραμμα δραστηριοτήτων του μαθητή, καθώς και το εκπαιδευτικό περιβάλλον, μέσα και έξω από τη σχολική τάξη και παρέχεται η δυνατότητα εφαρμογής του με τον καλύτερο και συστηματικότερο τρόπο (Γενά, 2002· 1996 ). Αξιολογείται συνολικά από την διεπιστημονική ομάδα στην οποία συμμετέχουν ειδικότητες όπως ψυχολόγος, λογοθεραπευτής, εργοθεραπευτής, ειδικός παιδαγωγός, κοινωνικός λειτουργός και ακολουθεί αναλυτική έκθεση των αναπτυξιακών και λειτουργικών δυνατοτήτων του μαθητή. Η διαδικασία αξιολόγησης που ακολουθείται στοχεύει στην δημιουργία ενός εξατομικευμένου γνωστικού και κοινωνικού προφίλ για κάθε μαθητή το οποίο περιλαμβάνει τις δεξιότητες που ήδη κατέχει ο μαθητής, αλλά και αυτές που αναμένεται ότι θα κατακτήσει με την κατάλληλη εκπαίδευση (Roth-Smith, 1991, σελ. 307 · Schopler & Mesibov, 1988). Σχετικές βιβλιογραφικές αναφορές |
Εφαρμογή εκπαιδευτικών προγραμμάτων
Για την αποτελεσματική εκπαίδευση των παιδιών απαιτείται συνδυασμένη προσπάθεια πολλών ειδικών και ενεργό συμμετοχικό ρόλο της οικογένειας αλλά και ειδικό εκπαιδευτικό πλαίσιο (Rutter, 1985). Η εκπαιδευτική προσέγγιση σκοπό έχει την εγκαθίδρυση της επικοινωνίας του μαθητή με τα άτομα του περιβάλλοντός του, να έχει ενεργό ρόλο στην οικογένεια, την υψηλότερη δυνατή λειτουργικότητά του στην καθημερινή του ζωή ώστε να είναι ανεξάρτητο και παραγωγικό, στο βαθμό που είναι εφικτό και, τέλος, να προετοιμάσει το άτομο ώστε να παραμείνει και να συμμετέχει πλήρως στην κοινότητα ( Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, 2004). Είναι γενικά αποδεκτό ότι η εξειδικευμένη, εντατική εκπαιδευτική παρέμβαση αποβαίνει αποτελεσματική όταν εστιάζεται στις ιδιαίτερες δυσκολίες των παιδιών με αυτισμό και υποστηρίζει την κατάκτηση βασικών κοινωνικών, επικοινωνιακών και γνωστικών δεξιοτήτων, προωθεί την ανεξαρτησία, συμβάλλει στη γενίκευση και στην αξιοποίηση της γνώσης σε κοινωνικές καταστάσεις της καθημερινής ζωής καθώς και όταν οδηγεί στον έλεγχο των δυσλειτουργικών συμπεριφορών του μαθητή (Wing,1996· Schopler, 1997). Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα είναι εξατομικευμένο, ανάλογο του αναπτυξιακού επιπέδου του μαθητή, όπως αναφέρθηκε, και ενσωματώνει συμπεριφορικές και γνωσιακές τεχνικές για την προώθηση της επικοινωνίας και της κοινωνικότητας. Από μεθοδολογική, ωστόσο, άποψη οι βασικές αρχές που διέπουν σε θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο την εκπαίδευση των μαθητών με αυτισμό και στις οποίες συγκλίνουν και εστιάζουν οι αναφερόμενες εκπαιδευτικές προσεγγίσεις προτάσσουν ( Γενά, 2002· Γκονέλα, 2006):
Η διερεύνηση της αποτελεσματικότητας διαφορετικών εκπαιδευτικών προσεγγίσεων υποστηρίζει τη σημασία της δόμησης του εκπαιδευτικού περιβάλλοντος, της πιστής τήρησης του καθημερινού προγράμματος και των δραστηριοτήτων στην προώθηση της μάθησης. Οι συμπεριφορικές τεχνικές εμφανίζονται ιδιαίτερα αποτελεσματικές στα πλαίσια της εκπαιδευτικής προσέγγισης, ανεξάρτητα από τη φιλοσοφία του προγράμματος (Collia-Faherty, 1999). Η αναλυτική παρατήρηση και η λεπτομερής και τμηματική αξιολόγηση του μαθητή και των συνθηκών του φυσικού – μαθησιακού περιβάλλοντος αποτελούν τη βάση για το σχεδιασμό της παρέμβασης. Εφαρμόζονται τεχνικές τροποποίησης της συμπεριφοράς, εφαρμοσμένη ανάλυση της συμπεριφοράς και τεχνικές που ενισχύουν τις επιθυμητές συμπεριφορές και μειώνουν τις ανεπιθύμητες, στα πλαίσια του εξατομικευμένου σχεδίου παρέμβασης. Οι συμπεριφορικές παρεμβάσεις ενισχύουν την κατάκτηση του λόγου και των κοινωνικών δεξιοτήτων, βελτιώνουν τη συμπεριφορά και μειώνουν συνακόλουθα το γονεϊκό άγχος (Γενά, 2002). Η δομημένη διδασκαλία (Structured Teaching) είναι μία από τις επικρατέστερες εκπαιδευτικές προσεγγίσεις στον χώρο του αυτισμού, η οποία βασίζεται στις αρχές των θεωριών μάθησης και αξιοποιεί τα ευρήματα της γνωστικής ψυχολογίας για τα ιδιαίτερα γνωστικά χαρακτηριστικά των μαθητών με αυτισμό (Mesibov, Shea, & Schopler, 2005). Η δομημένη προσέγγιση περιλαμβάνει τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη οπτικοποιημένου υλικού σε συνδυασμό με την εφαρμογή προγραμμάτων εναλλακτικής επικοινωνίας με τη χρήση εικόνων και συμβόλων (π.χ. PECS (Picture Exchange Communication System - Σύστηµα Επικοινωνίας µε την Ανταλλαγή Εικόνων, MAKATON). (Lenard-Brown, 2003· Wall, 2006). Στο πλαίσιο της δομημένης προσέγγισης, τo TEACCH (Training and education of Autistic and Related Communication Handicapped Children) είναι ένα πρόγραμμα που διαμορφώνεται στις ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες του μαθητή και προσφέρει ένα οργανωμένο μαθησιακό περιβάλλον με κύρια χαρακτηριστικά (Collia-Faherty, 1999·Mesibov, Browder & Kirkland, 2002):
Σύμφωνα με τη δομημένη προσέγγιση, οι παράμετροι για την οργάνωση και την ανάπτυξη του εκπαιδευτικού υλικού για παιδιά με αυτισμό είναι: οι οπτικές οδηγίες, η οπτική οργάνωση και η οπτική σαφήνεια (Mesibov, Shea, & Schopler, 2005· Schopler & Mesibov, 1995), ώστε το παιδί με αυτισμό να κατανοεί τις απαιτήσεις της κάθε δραστηριότητας. Η δομημένη διδασκαλία βοηθά τα παιδιά με αυτισμό να έχουν μία πιο οργανωμένη συμπεριφορά, να ελαχιστοποιήσουν το άγχος τους και να αντισταθμίσουν βασικά προβλήματα που είναι εγγενή στον αυτισμό και να ενεργούν με μεγαλύτερη επιτυχία και αυτονομία, όπου η εκπαίδευση και συμμετοχή όλης της οικογένειας κρίνεται απαραίτητη ( Peeters, 2000). |